Νέο εργασιακό καθεστώς για εργαζόμενους σε πλατφόρμες

neostrategy.gr
Πηγή: Μika Βaumeister/Unsplash

Μετά από σχεδόν δυόμισι χρόνια διαβουλεύσεων και αντιπαραθέσεων εγκρίθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης η νέα Οδηγία που αφορά στις εργασιακές σχέσεις στις ψηφιακές πλατφόρμες. Προβλέπει νέους κανόνες για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας για περισσότερα από 28 εκατ. άτομα, που εργάζονται σήμερα σε ψηφιακές πλατφόρμες και έχουν τον χαρακτηρισμό “αυτοαπασχολούμενοι”. Τέτοιοι είναι οι οδηγοί ταξί σε πλατφόρμες όπως η Uber, διανομείς delivery όπως η eFood ή η Wolt, που αποτελούν και την πλειονότητα εργαζομένων σε πλατφόρμες.

Οι τελευταίες κινητοποιήσεις στην Ελλάδα από τους διανομείς της eFood και της Wolt έχουν ακριβώς αυτό το αίτημα, να συναφθούν συλλογικές συμβάσεις εργασίας και να αποκτήσουν εργασιακά δικαιώματα και ασφάλιση.  Οι ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας αναγνωρίζονται πλέον από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως “εργοδότες” που οφείλουν να προσφέρουν στους εργαζόμενους τους εργασιακά δικαιώματα και αξιοπρεπείς αμοιβές. 

Ωστόσο ο νέος νόμος καθορίζει μόνο το γενικό πλαίσιο και αφήνει στα κράτη μέλη την εξειδίκευση. Με την εμπειρία που υπάρχει στη χώρα μας, όπου οι οδηγίες με θετικές διατάξεις για εργαζόμενους ή περιβάλλον δεν εγκρίνονται ποτέ, η ενσωμάτωση της στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να απαιτηθεί πάλι με κινητοποίηση των ιδίων των εργαζομένων.

Μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη “βιομηχανία” 

Οι πλατφόρμες είναι εταιρείες που βασίζονται στο Διαδίκτυο που διαμεσολαβούν και οργανώνουν την εργασία που παρέχεται από εργαζόμενους ή αυτοαπασχολούμενους σε τρίτους πελάτες. Σήμερα υπάρχουν στην Ευρώπη περισσότερες από 500 ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας που μεσολαβούν ή προσφέρουν ευκαιρίες για επιχειρήσεις, εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους αλλά και εύκολη πρόσβαση σε πλειάδα υπηρεσιών για τους καταναλωτές. 

Στις ψηφιακές πλατφόρμες σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παρέχουν εργασία με το χαρακτήρα “αυτοαπασχολούμενου” 23,6 εκατ. άτομα, εκτιμάται δε πως το 2025 ο αριθμός τους μπορεί να φτάσει τα 43 εκατομμύρια! Το 7%, δηλαδή 2 εκατ. άτομα θεωρούνται υπάλληλοι με εξαρτημένη θέση εργασίας. Ωστόσο από τους 26,3 αυτοαπασχολούμενους, περίπου 5 εκατ, ποσοστό 19% είναι δηλωμένοι εσφαλμένα. Για αυτούς ο Οδηγία προβλέπει την καθιέρωση σταθερών εργασιακών σχέσεων, δίνει τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης για Συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διεκδίκηση σταθερού μισθού. Το 55%, σημειώνεται, εισπράττει λιγότερα από το καθαρό ελάχιστο ωρομίσθιο ενώ το 41% του χρόνου που αφιερώνουν στην εργασία σε πλατφόρμα δεν αμείβεται. 

Η οικονομία των πλατφορμών στην ΕΕ αναπτύσσεται ταχέως. Από περίπου 3, 4 δισ. ευρώ το 2016, τα έσοδα τους ανήλθαν σε 14 δισ. το 2020. 

Στην Οδηγία προβλέπονται συγκεκριμένα κριτήρια ελέγχου με τα οποία καθορίζεται αν μια πλατφόρμα είναι «εργοδότης». Εάν η πλατφόρμα πληροί τουλάχιστον δύο από τα κριτήρια αυτά, τότε τεκμαίρεται νομικά ότι είναι εργοδότης. Επομένως, τα άτομα που εργάζονται μέσω της εν λόγω πλατφόρμας θα πρέπει να απολαμβάνουν τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα που απορρέουν από το καθεστώς του «εργαζομένου». Για όσους επαναχαρακτηρίζονται ως εργαζόμενοι, αυτό συνεπάγεται το δικαίωμα σε κατώτατο μισθό (όπου υπάρχει), σε συλλογικές διαπραγματεύσεις, την προστασία του χρόνου εργασίας και της υγείας, το δικαίωμα σε άδεια μετ’ αποδοχών ή τη βελτιωμένη πρόσβαση σε προστασία από εργατικά ατυχήματα, παροχές ανεργίας και ασθένειας, καθώς και ανταποδοτικές συντάξεις γήρατος. Οι πλατφόρμες θα έχουν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν ή να «προσβάλουν» αυτόν τον χαρακτηρισμό, φέροντας οι ίδιες το βάρος της απόδειξης ότι δεν υπάρχει σχέση εργασίας.

Η Οδηγία θεσπίζει επίσης νέους κανόνες που διέπουν τη χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων για την παρακολούθηση και τη λήψη αποφάσεων σε ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας, ενώ απαιτεί την ανθρώπινη εποπτεία των αυτοματοποιημένων συστημάτων για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης τους με τις συνθήκες εργασίας.

Πολύ σημαντική εκτιμάται η πρόβλεψη της υποχρεωτικότητας για τις ψηφιακές πλατφόρμες να παρέχουν πληροφορίες για τη δραστηριότητα τους και να δηλώνουν σε κάθε χώρα τα άτομα που εργάζονται για αυτές στις εθνικές εποπτικές αρχές. 

Η Οδηγία είχε προταθεί το 2021, έγινε νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Οκτώβριο του 2024, θα τεθεί σε εφαρμογή μετά τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι χώρες μέλη έχουν δύο χρόνια προκειμένου να την ενσωματώσουν στη νομοθεσία τους.